Με τη συνεργασία του Bolek
Τσιρβούλ'[ία] ή Τσαρβούλ' [ια] [=Τα τσιρβούλια ή τσαρβούλια ήταν ελαφριά υποδήματα φτιαγμένα από δέρμα ζώου ιδίως χοίρου]. Στο χωριό τα φορούσαν ως τη δεκαετία του '40 και πιο πολύ στην Βουλγαρική κατοχή. Γιατί εκείνη την εποχή τα παπούτσια ήταν είδος πολυτελείας. Στα παιδικά μας χρόνια, όταν παίζαμε ποδόσφαιρο, και κάποιος σούταρε "στον γάμο του καραγκιόζη" λέγαμε: "έριξε ένα τσαρβούλι!"
Παρασκευή 31 Αυγούστου 2007
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
Μουλώνω [=δεν μιλώ]. Η λέξη παράγεται από το ομηρικό "μόνη" και είναι παρόμοιο με το ρήμα μύω=κλείνω τα χείλη. Μια φράση που χρησιμοποιείται και σήμερα είναι «Εσύ μούλουνι» δηλαδή εσύ να μη μιλάς
Δημοσίευση σχολίου